Πρόκειται
για δύο διαφορετικές προσεγγίσεις («εργαλεία» κατά την εισήγηση) για το ίδιο,
όμως, αντικείμενο, που έχει να κάνει με τη διαχείριση
του αστικού πρασίνου του δήμου. Για το λόγο αυτό η εισήγηση τα
πραγματεύεται ενιαία αλλά τα θέτει προς ψήφιση ως χωριστά θέματα υπ’ αρ. 1 και
2. Κανένα πρόβλημα, στην προκείμενη περίπτωση, καθώς και τα δύο θέματα
σχετίζονται εντέλει και καλούνται να υπηρετήσουν συνδυαστικά τον ίδιο στόχο:
Την αντιλαϊκή πολιτική της Διοίκησης του κ. Αμπατζόγλου στο μείζον ζήτημα της διαχείρισης των χώρων αστικού πρασίνου
(ΧΑΠ) του δήμου σε συνέχεια αυτής των προκατόχων του. Πολιτική, που την
τελευταία περίοδο αναπτύσσεται πιο επιθετικά σε βάρος της Υπηρεσίας Πρασίνου με διετείς πλέον επαναλαμβανόμενες συμβάσεις ιδιωτικοποίησης. Επίθεση, η
οποία συνοδεύεται και συνεπικουρείται με τη συνεχιζόμενη, άρα και την όλο και μεγαλύτερη, με την πάροδο του χρόνου, αποστέωσή της σε έμψυχο δυναμικό και μέσα. Και αυτό, με σαφή την πρόθεση να την εμφανίσει στα μάτια του
Μαρουσιώτικου λαού ως «χρεωκοπημένη»
προς αντικατάσταση αλλά μακριά από
κάθε ευθύνη της Διοίκησης!
Όχι,
δεν πρόκειται για δικό μας συμπέρασμα. Πρόκειται για συμπέρασμα του ίδιου του Στρατηγικού Σχεδίου Δ.Α.Π. του
δήμου. Στο τελευταίο κεφάλαιο «8. Αυτοαξιολόγηση – Αναθεωρήσεις»,
παρ. «8.2. Αυτοαξιολόγηση» παρατίθεται αναλυτικός πίνακας
«αυτοαξιολόγησης» των υπηρεσιών πρασίνου, όπως διαμορφώθηκε από τις απαντήσεις
που έδωσαν «οι υπάλληλοι που ασχολούνται
με το αστικό πράσινο, το περιβάλλον και γενικότερα την πράσινη υποδομή»
απαντώντας στο σχετικό ερωτηματολόγιο, που τους τέθηκε υπόψη. Από τις
απαντήσεις, που δόθηκαν, προκύπτει ότι «το σκορ που συγκέντρωσε ο Δήμος Αμαρουσίου
είναι 45,56/100, …», δηλαδή κάτω από τη βάση. Όχι, βέβαια, ότι έφταιγε
η Διοίκηση, κάποιοι άλλοι βαρύνονται. Σύμφωνα πάντα με το τεύχος του
Στρατηγικού Σχεδίου Δ.Α.Π.:
«Ερμηνεύοντας αυτό το σκορ, διαπιστώνεται εκ
πρώτης όψης ότι για πολλά χρόνια υπήρξε ελλιπής διαχείριση και απουσία δασοκομικών χειρισμών, γεγονός που έχει
αλλάξει μεν, αλλά χρειάζεται να καλυφθεί μεγάλη απόσταση για την επίτευξη των
διαχειριστικών στόχων. Έτσι, καθώς γίνονται εργασίες περιποίησης, αυτές δεν έχουν χρονικό ειρμό και χωρική οργάνωση.
Επιπλέον, σε διοικητικό επίπεδο, φαίνεται πως οι υπηρεσίες πρασίνου υπολειτουργούσαν [σ.σ.: «Τίς πταίει»,
όμως; Σιγή ιχθύος!].
Άλλωστε,
στο προηγούμενο κεφάλαιο «5. Αξιολόγηση υφιστάμενης κατάστασης», παρ.
«5.2.
Αξιολόγηση» δεν παραλείπεται να προβληθεί το έργο της Διοίκησης και στον τομέα αυτόν, μέσα σ’ ένα πλήθος
αρνητικών κατά τα άλλα συγκυριών. Εδώ διαπιστώνεται ότι έχει επιτευχθεί:
·
«Ολοκληρωμένη προσέγγιση
αναπλάσεων κοινόχρηστων χώρων, με εγκατάσταση αστικής βλάστησης και ενίσχυσης
του αστικού πρασίνου» αλλά και
·
«Ικανοποιητική
στελέχωση του Δήμου, που μπορεί
να συνδράμει στη διαχείριση του αστικού πρασίνου, παρατηρούνται ωστόσο
ελλείψεις».
Ως
προς το καθ’ αυτό τεχνικού χαρακτήρα περιεχόμενο
του υπόψη «Στρατηγικού» (όπως βαφτίστηκε
από την ΚΕΔΕ) Σχεδίου σημειώνουμε ότι προβλέπονται 24
συγκεκριμένες δράσεις, με ξεχωριστό η
κάθε μία χρονοδιάγραμμα και ενδεικτικό προϋπολογισμό, οι οποίες
θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο υλοποίησης του Σχεδίου της 10ετούς διάρκειας. Δεν αναφέρεται, όμως, πώς επιμερίζεται ανά Δημοτική Ενότητα, κάθε μία από τις
δράσεις αυτές, γεγονός που αίρει το «Στρατηγικό» χαρακτήρα του Σχεδίου και
το «προσγειώνει» σε 10ή Προγραμματισμό Δράσεων.
Ο
συνολικός Π/Υ προεκτιμάται στα 1.894.500€ από τα οποία:
- 550.000€
για τη «Σύνδεση χώρων πρασίνου του Δήμου»
διάρκειας 5 ετών (Δράση 9).
-
250.000€ για την «Επέκταση χώρων πρασίνου
του Δήμου» διάρκειας 6 ετών, στο οποίο προφανώς δεν περιλαμβάνεται η
ενδεχόμενη δαπάνη αγοράς ή απαλλοτρίωσης καθώς αναφέρεται ότι πρόκειται για «νέους χώρους» (Δράση 10).
-
250.000€ για τη «Δημιουργία νέων χώρων
πρασίνου του Δήμου» «σε εκτάσεις που
ανήκουν στο Δήμο Αμαρουσίου», διάρκειας 5 ετών (Δράση 11).
Το
ποσό αυτό συναθροίζεται στο 1.050.000€
και προβλέπεται να αναλωθεί σε 7 έτη, από τον 3ο έως τον 9ο
χρόνο του Σχεδίου. Αποκρύπτεται, φυσικά, το γεγονός ότι για τους χώρους, που θα
απαλλοτριωθούν για την πιο πάνω Δράση 10 θα προεισπράττεται ήδη από το 2025,
σύμφωνα με τον Π/Υ-2025, το ετήσιο
χαράτσι των 3.315.005€ μέσω του νέου
ανταποδοτικού τέλους που αποφάσισε πρόσφατα η πλειοψηφία του ΔΣ. Επτασφράγιστο μυστικό κρατείται, αλλά όχι για μάς, ο βαθμός
εμπορευματοποίησης των πιο πάνω προς απαλλοτρίωση χώρων σε συνδυασμό με το
«πρασίνισμά» τους.
Όσο
για «μέλλον» της Υπηρεσίας Πρασίνου αποκαλύπτεται
δυσοίωνο καθώς θέλουν κάποιοι να
κρυφτούν αλλά η χαρά δεν τους αφήνει: Για τη «Δράση 15: Εκσυγχρονισμός της
υλικοτεχνικής υποδομής της Υπηρεσίας Πρασίνου» προβλέπεται όλο κι όλο
να διατεθεί το ποσό των 10.000€ κατανεμημένο
σε 7 χρόνια, 1.428,57€ το χρόνο! Που σημαίνει ότι τα λιγοστά και παλαιωμένα
μέσα της Υπηρεσίας, όσα έχουν απομείνει, θα λιγοστεύουν χρόνο με το χρόνο όλο
και περισσότερο μέχρι να εξαφανιστούν μαζί με την ίδια. Με το επιχειρησιακό
πεδίο να αφήνεται πλέον ανοιχτό στους ομίλους με κυρίαρχη, ταυτόχρονα, την
εμπορευματική διάσταση στη χρήση των Χώρων Αστικού Πρασίνου παλαιών και νέων.
Τέλος,
δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε δύο ακόμη σημεία του Σχεδίου:
- Τη
χαρακτηριστική εμμονή του να αναφέρει το κατάφυτο Δάσος Συγγρού ως «Κτήμα» σε όλα τα μήκη και τα πλάτη
του τεύχους.
- Τη «διαπίστωση»
ότι είναι ακόμη ενεργές τόσο η «Αναπτυξιακή
Δήμου Αμαρουσίου- Αναπτυξιακή Ανώνυμη Εταιρεία Ο.Τ.Α.», που συστήθηκε το
2009, όσο και η «Κοινωφελής Επιχείρηση
Δήμου Αμαρουσίου», που συστήθηκε το 2015, και μάλιστα κρίνονται «σημαντικοί για την υποστήριξη και συμμετοχή
κατά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της Στρατηγικής για τη Διαχείριση του
Αστικού Πρασίνου».
Από
την πλευρά του το «Σχέδιο Προσαρμογής του Δήμου Αμαρουσίου στην κλιματική αλλαγή για την
διαχείριση των χώρων αστικού πρασίνου» συμμερίζεται και στηρίζει
ανοιχτά τον καθοριστικό ρόλο των μονοπωλιακών ομίλων στην παραπέρα
καπιταλιστική ανάπτυξη της πόλης με όρους, δήθεν, περιβαλλοντικής αναβάθμισης
και με ειδικότερο πρόσχημα την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Κακίζοντας
ταυτόχρονα το Μαρουσιώτικο λαό ως βασικό υπαίτιο, που δεν συναινεί και δεν
συμμετέχει ενεργά λόγω έλλειψης περιβαλλοντικής ευαισθησίας.
Οι
σχετικές με τα παραπάνω αναφορές του Σχεδίου είναι πάμπολλες και διατρέχουν όλο
το κείμενο. Και καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι οι περισσότερες από αυτές
παραπέμπουν στις νέες υπερκατασκευές κτηριακών συγκροτημάτων, και ιδιαίτερα στη
μετεγκατάσταση του Καζίνο Πάρνηθας στο Μαρούσι ως την πλέον πρόσφατη
εμβληματική του είδους περίπτωση. Σημειώνουμε ενδεικτικά:
-
Στην ενότητα «1. Επανασχεδιασμός του αστικού πρασίνου με τροποποίηση των ρυμοτομικών
σχεδίων», σχετική με τη «διασύνδεση
των χώρων πρασίνου» μέσω «πράσινων διαδρόμων», επιλέγεται
ως θετικό παράδειγμα αναφοράς η
διασύνδεση του υπό ιδιωτικοποίηση ΟΑΚΑ
ως «κεντρικού χώρου πρασίνου» με
μικρότερα πάρκα και πλατείες, μια ανάσα
από τους πράσινους χώρους του καζίνου.
-
Λίγο παρακάτω σημειώνει ότι η «τροποποίηση
των ρυμοτομικών σχεδίων δίνει την ευκαιρία … [για] την ενσωμάτωση του πράσινου σε
νέες κατασκευές …» αφήνοντας στο απυρόβλητο τις πολλαπλές συνέπειες των
νέων αυτών μεγαθηρίων στην ποιότητα ζωής της λαϊκής οικογένειας.
Στη
σχετική ανάλυση αναγνωρίζονται και τα εμπόδια, που υπάρχουν για την αξιοποίηση
των πιο πάνω «δυνατοτήτων» και «ευκαιριών» με το βάρος της επιλογής για
το ξεπέρασμά τους να αναλαμβάνεται από το δήμο. Ένα τέτοιο εμπόδιο είναι πχ και
οι «περιορισμένοι
διαθέσιμοι χώροι», η έλλειψη των οποίων «σε συνδυασμό με την αυξημένη ζήτηση για οικιστικές και εμπορικές
κατασκευές [σ.σ.: οι οποίες πάντως θεωρούνται ευπρόσδεκτες στο Σχέδιο] δυσκολεύει την επέκταση των χώρων πρασίνου». Και ποια είναι η «λύση»; Μα το
νέο «ανταποδοτικό» ετήσιο χαράτσι των 3.315.005€, που έχουμε ήδη αναφέρει
προκειμένου να απαλλοτριωθούν αφού οι δημοτικές Αρχές των αστικών κομμάτων,
μαζί και το Μαρουσιού, έχουν απεμπολήσει προ αμνημονεύτων χρόνων κάθε περίπτωση
αγωνιστικής διεκδίκησης πόρων, έστω μέρος των κλεμμένων, απέναντι στην Κρατική
Διοίκηση.
Όσο
για το υψηλό κόστος υλοποίησης της ενσωμάτωσης
του πράσινου στις νέες κατασκευές, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε: Η λύση
βρίσκεται, μεταξύ άλλων, στην «προσέλκυση επενδυτών που ενδιαφέρονται για βιώσιμες αστικές
αναπτύξεις». Και αυτό, τη στιγμή είναι τοις πάσι γνωστό ότι το ενδιαφέρον
του κάθε επενδυτή εντοπίζεται αποκλειστικά στην επίτευξη του επιδιωκόμενου
ποσοστού κέρδους. Βρίσκεται όμως και «στην
εφαρμογή δημόσιων – ιδιωτικών συνεργασιών», μια ακόμη τροχιοδεικτική βολή
για την «αξιοποίηση» με όρους εμπορευματοποίησης του Δάσους Συγγρού και όχι μόνο.
«Λύση»
υπάρχει και για τις λαϊκές αντιδράσεις
απέναντι στα επιχειρηματικά συμφέροντα που εποφθαλμιούν ελεύθερους χώρους,
δημόσιους ή μη. Αρκεί ο δήμος «να
προωθήσει μια συνεπή και μακροπρόθεσμη στρατηγική που εξηγεί τα οφέλη του
πράσινου τόσο για τους κατοίκους όσο
και για την επιχειρηματική κοινότητα,
…». Με άλλα λόγια «και η πίτα ολόκληρη και ο σκύλος χορτάτος!». Με τη
σχετική επιχειρηματολογία να φτάνει μέχρι του σημείου να προβάλλει ως «όφελος»
προς την τοπική κοινωνία το εφεύρημα ότι «οι
πράσινες περιοχές συνήθως αυξάνουν την αξία των ακινήτων στις γύρω περιοχές,
ενώ συμβάλλουν στη δημιουργία μιας πιο ελκυστικής εικόνας για επενδύσεις και τουρισμό». Δηλαδή για συνεχιζόμενη απώλεια ελεύθερων χώρων, για
παραπέρα επιδείνωση του κυκλοφοριακού, για μεγαλύτερη ατμοσφαιρική ρύπανση, για
πρόσθετα κοινωνικά προβλήματα.
Σε
άλλο σημείο καλείται ο δήμος, αν χρειαστεί, να «ενθαρρύνει … την ενσωμάτωση του πρασίνου στις νέες
κατασκευές»
προσφέροντας «κίνητρα στους επενδυτές, όπως φορολογικές απαλλαγές ή μειώσεις στα τέλη».
Στο
απυρόβλητο δεν αφήνονται ούτε οι Μαρουσιώτες καθώς διαπιστώνονται πιθανά
εμπόδια στην επίτευξη των στόχων του Σχεδίου, που οφείλονται σε «χαμηλά
επίπεδα ευαισθητοποίησης» του καθώς και σε «περιβαλλοντική αδιαφορία»
των πολιτών.
Εν
ολίγοις και τα δύο συζητούμενα Σχέδια υπηρετούν με συνέπεια το σχεδιασμό των
αστικών κυβερνήσεων για ένα Μαρούσι «Διαδημοτικό
Κέντρο Ευρείας Ακτινοβολίας» και «πόλο
εθνικής και μητροπολιτικής εμβέλειας… με εξειδίκευση στις επιχειρήσεις, το
υπερτοπικό εμπόριο, την αναψυχή, τις υπηρεσίες υγείας, τον αθλητισμό και τη
διοίκηση». Σχεδιασμό, τον οποίο στηρίζει και με ζήλο υλοποιεί σε τοπικό
επίπεδο η Δημοτική Αρχή σε βάρος της ποιότητας ζωής των κατοίκων, του
λεηλατημένου εισοδήματος των λαϊκών στρωμάτων, της υγείας τους. Σχεδιασμό
κομμένο και ραμμένο στα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, που επιζητούν
όλο και περισσότερες εκτάσεις για να επενδύσουν τα υπερσυσσωρευμένα κέρδη τους.
Μα
λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο. Υπάρχει και ο δρόμος της οργανωμένης αντίστασης
και πάλης απέναντι στα αντιλαϊκά τους σχέδια, οι αγώνες που καθημερινά
αναπτύσσονται και μέσα από τους οποίους ωριμάζει στη συνείδηση όλο και
περισσότερων εργαζόμενων ότι ο πραγματικός αντίπαλός τους είναι ο συλλογικός
εκμεταλλευτής τους και χρέος τους είναι να τον βάλουν στο Μουσείο της Ιστορίας.